Της Μαρίνας Γαλανού.
Πέρασαν αρκετοί μήνες που τέθηκε αρχικά προς διαβούλευση το νέο σχέδιο νόμου «για την αντιμετώπιση ορισμένων μορφών ρατσισμού και της ξενοφοβίας στο Ποινικό Δίκαιο», που έρχεται προς αντικατάσταση του παλαιότερου 729/1979, του νόμου που έχουμε συνηθίσει να λέμε αντιρατσιστικό νόμο και, στις 5/12 κατατέθηκε επίσημα στο Κοινοβούλιο για να περάσει από την αρμόδια Επιτροπή της Βουλής και στη συνέχεια από την Ολομέλεια.
Γιατί χρειαζόμαστε έναν αντιρατσιστικό νόμο.
Κατ' αρχήν θα πρέπει να πούμε ότι το σ/ν έρχεται σαν εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου και συγκεκριμένα της Απόφασης Πλαίσιο του 2008. Σχετικά με όσες και όσους θέτουν το πρόσχημα της ελευθερίας του λόγου απέναντι στη φιλοσοφία ενός αντιρατσιστικού νόμου, δεν θα επικαλεστώ τίποτε λιγότερο και τίποτε περισσότερο από τις απόψεις των αρμοδίων:
- Η ποινική καταστολή της ρατσιστικής συμπεριφοράς είναι κάτι αναγκαίο σε μια δημοκρατία. Αλλιώς οι συμπεριφορές αυτές μπορεί να αναπτυχθούν σε βαθμό κοινωνικά καταλυτικό. (Ν. Παρασκευόπουλος, καθ. Ποινικού Δικαίου).
- Από άποψη ποινικού δικαίου οι ρυθμίσεις του νομοσχεδίου είναι σωστές και σύμφωνες και με τις διεθνείς συμβάσεις και με το Σύνταγμα της χώρας. Και το δικαίωμα της έκφρασης όπως και κάθε ελευθερία προστατεύεται εφόσον δεν προσβάλλει έννομα αγαθά του ατόμου ή του συνόλου. (Ι. Μανωλεδάκης, καθ. Ποιν. Δικαίου)
- Το νομοσχέδιο για την καταπολέμηση του ρατσισμού ποινικοποιεί τον ρατσιστικό λόγο περιορίζοντας έτσι την ελευθερία της έκφρασης. Τούτο δεν προσκρούει, επί της αρχής, στο σχετικό άρθρο 14 του Συντάγματος, δεδομένου ότι επιδιώκεται η προστασία έννομων αγαθών και δικαιωμάτων που ανάγονται στο άρθρο 5 παρ. 2 του Συντάγματος (παράβαλε Κ. Χρυσόγονος «Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα», 2006 σελ. 296 επ.). Σύμφωνα με την παράγραφο αυτή, όλοι όσοι βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκείας. (Κ. Χρυσογόνος, καθ. Συνταγματικού Δικαίου).
Πέραν όμως αυτών, μου είναι δύσκολο να συμμεριστώ τις απόψεις όσων ισχυρίζονται ότι ο αντιρατσιστικός νόμος καταπατά την ελευθερία της έκφρασης, διότι η ελευθερία της έκφρασης εν τοις πράγμασι καταπατάται απ' όσους προωθούν τον μισαλλόδοξο λόγο, τον λόγο μίσους, που αντί ανάπτυξης επιχειρημάτων σε έναν δημοκρατικό διάλογο, χρησιμοποιούν τον λεκτικό τραμπουκισμό εναντίον ευαίσθητων πληθυσμιακών ομάδων με έμμεσο σκοπό τον εκφοβισμό, άρα την φίμωσή τους. Κατά συνέπεια, απ' αυτούς παραβιάζεται η ελεύθερη έκφραση του λόγου στην ουσία, και όχι απ' όσους επιθυμούν μία ανοικτή δημοκρατική κοινωνία στην οποία όμως πρέπει να υπάρχουν θεσμοί και σαφείς κανόνες για την ανάπτυξη της προσωπικότητας και την προστασία όλων των πολιτών, ανάμεσα σ' αυτούς και των διεμφυλικών.
Το Ιστορικό.
Στο αρχικό κείμενο του σχεδίου νόμου, που ήταν ιδιαίτερα προβληματικό, τέθηκαν εξ αρχής πολλοί προβληματισμοί, τόσο για σημεία ασάφειας, όσο και για σημεία που ήταν φανερό ότι θα δημιουργούσαν ανάχωμα ως προς τον αρχικό σκοπό του.
Το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών (Σ.Υ.Δ.), λίγες μέρες αφότου τέθηκε προς διαβούλευση το σ/ν, έθεσε συγκεκριμένα σημεία προς βελτίωση (μπορείτε να δείτε εδώ (pdf), το πλήρες κείμενο των παρατηρήσεων, όπου τα βασικά σημεία ήταν: η αντικατάσταση του όρου «εχθροπάθεια» από τον σαφή «μίσος» σε πλήρη αντιστοιχία με την Απόφαση Πλαίσιο, η προσθήκη της υποκίνησης ή προτροπής προς το ρατσιστικό μίσος (στο αρχικό κείμενο υπήρχε μόνο η απειλή προς τη δημόσια τάξη), η δυνατότητα παράστασης πολιτικής αγωγής προς τις μη κυβερνητικές οργανώσεις, και κυρίως, η προσθήκη της ταυτότητας κοινωνικού φύλου, ως πεδίο ποινικοποίησης της έκφρασης, προτροπής ή υποκίνησης ρατσιστικού μίσους.
Στο πλαίσιο αυτό εκπρόσωποι του Σ.Υ.Δ., συναντήθηκαν με τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Δικαιοσύνης, κύριο Ιωαννίδη, όπου αναλύθηκαν οι θέσεις του Σωματείου μας, ενώ παράλληλα η βουλευτής του Συριζα, κυρία Διώτη έθεσε ερώτηση όπου σε ένα από τα σκέλη της, ερωτήθηκε ο αρμόδιος Υπουργός αν προτίθεται να συμπεριλάβει την ταυτότητα κοινωνικού φύλου .
Αξιοσημείωτη ήταν η απάντηση του τότε Υπουργού Δικαιοσύνης, κυρίου Καστανίδη, όπου στην τελευταία παράγραφο αναφέρεται: «Ενόψει των όσων εκτέθηκαν ανωτέρω θεωρούμε ότι υπό το κριτήριο του γενετήσιου προσανατολισμού τυγχάνουν προστασίας και οι ομάδες ή τα πρόσωπα που υφίστανται διακρίσεις για λόγους ταυτότητας φύλου».
Βέβαια ποιά η σχέση της ταυτότητας φύλου με τον σεξουαλικό προσανατολισμό, αυτό είναι κάτι που μόνο ο κύριος Καστανίδης μπορεί να μας εξηγήσει, αφού:
Ο όρος «ταυτότητα κοινωνικού φύλου» θα πρέπει να νοηθεί ως αναφερόμενος στην ατομική και εσωτερική εμπειρία του φύλου, η οποία μπορεί να μην βρίσκεται σε ευθεία αντιστοιχία με το (βιολογικό/ανατομικό) φύλο που γεννιέται το άτομο και εσωκλείει την έκφραση του σώματος και του φύλου του ατόμου. (Από την Έκθεση του Th. Hammarberg: «Ανθρώπινα Δικαιώματα και ταυτότητα φύλου»).
Επίσης, στο κείμενο παρατηρήσεών της επί του σ/ν, η Ε.Ε.Δ.Α., για πρώτη φορά θέτει την αναγκαιότητα προσθήκης της ταυτότητας φύλου στο κείμενο του νόμου.
Έτσι λοιπόν, μετά από δέκα περίπου μήνες κατατέθηκε διορθωμένο το σ/ν, όπου σχεδόν όλες οι αλλαγές που είχε προτείνει το Σ.Υ.Δ. και πολλές ακόμη οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών καθώς και νομικοί, έγιναν αποδεκτές και έτσι το σ/ν που έχουμε στα χέρια μας έρχεται πιο κοντά στις πραγματικές απαιτήσεις ενός σύγχρονου αντιρατσιστικού νόμου. Όλες πλην μίας: της προσθήκης του κοινωνικού φύλου.
Γιατί είναι απαραίτητη η προσθήκη της ταυτότητας φύλου.
Κατ' αρχήν όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, η ταυτότητα κοινωνικού φύλου, είναι όρος απολύτως διακριτός και δε σχετίζεται με τον σεξουαλικό προσανατολισμό, αφού αναφέρεται στην αντίληψη που έχει το άτομο για το φύλο του και όχι (κατ' ανάγκη) με την έκφραση της σεξουαλικότητας.
Διαβάζουμε στην Έκθεση του Επιτρόπου του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Thomas Hammarberg:
Η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των διεμφυλικών ατόμων σε μεγάλο βαθμό περιφρονείται, δεν δεικνύεται το ενδιαφέρον, παρ' όλο που τα προβλήματά τους είναι πολύ σοβαρά και συναντώνται μόνο σ' αυτή την ομάδα. Τα διεμφυλικά άτομα αντιμετωπίζουν στο μέγιστο διακρίσεις, μισαλλοδοξία και απερίφραστη βία. Τα βασικά τους ανθρώπινα δικαιώματα καταστρατηγούνται, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στη ζωή, του δικαιώματος στην φυσική τους ακεραιότητα και αξιοπρέπεια, του δικαιώματος στην υγεία.
Η πρόκληση για την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων για όλους, έγκειται στην εφαρμογή συνεπούς οπτικής γι' αυτά και όχι ο αποκλεισμός ομάδων ανθρώπων. Είναι καθαρό ότι, τα διεμφυλικά άτομα δεν απολαύουν τα θεμελιώδη τους δικαιώματα, τόσο στο επίπεδο των νομικών εγγυήσεων, όσο στο επίπεδο της καθημερινής ζωής.
Μπαίνουμε λοιπόν στον πυρήνα των δικαιωμάτων της τρανς κοινότητας, μιας κοινότητας ανθρώπων, που στην Ελλάδα, δεν αναφέρεται σε κανένα νομοθετικό πλαίσιο.
Και εδώ βρίσκεται το πρόβλημα: παρ' ότι τα τρανς άτομα, είναι αποκλεισμένα από τους βασικότερους τομείς της κοινωνικής ζωής, παρ' ότι υφίστανται την μισαλλοδοξία και τους αποκλεισμούς και τα δικαιώματά τους καταπατώνται, εν τούτοις, δεν αναφέρονται σε κανένα νομοθετικό πλαίσιο είτε αυτό αφορά τις διακρίσεις, είτε αφορά την ρητορική/έκφραση μίσους, είτε αφορά τις επιθέσεις/εκδήλωση μίσους. Ας μη συζητήσουμε για τον αποκλεισμό από την υγεία, ασφάλιση, εκπαίδευση.
Το πρόβλημα λοιπόν είναι ότι τα τρανς άτομα είναι αόρατα στο Ελληνικό Δίκαιο, παρ' ότι πρόκειται για μειονότητα που τα δικαιώματά της καταπατώνται βάναυσα.
Έτσι, είναι απαραίτητο και είναι ευθύνη όλων των φορέων και δυνάμεων που λένε ότι υποστηρίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, να το κάνουν εμπράκτως και όχι με κούφια λόγια που δεν έχουν κανένα αντίκρισμα.
Είναι συνεπώς απαραίτητη η προσθήκη της ταυτότητας φύλου στο παρόν σχέδιο νόμου, για την προστασία των διεμφυλικών ατόμων από την έκφραση ρατσιστικού μίσους, ώστε να υπάρχει το απαραίτητο σαφές νομικό πλαίσιο που θα προστατεύει τα τρανς άτομα.
Και πέραν του αντιρατσιστικού νόμου, είναι απαραίτητη η σαφής αναφορά της ταυτότητας φύλου σε όλες τις νομοθεσίες που αφορούν τα ατομικά δικαιώματα, ώστε να δημιουργηθεί ένα καθαρό τείχος κατά των διακρίσεων και της μισαλλοδοξίας και εν τέλει της άρσης των αποκλεισμών.
Επίσης, αξίζει να αναφερθεί ότι το γεγονός ότι η απουσία της ταυτότητας φύλου, ελάχιστα φαίνεται να συγκινεί την ίδια την λοαδ κοινότητα, που όπως φαίνεται αρκείται στο «λο» (λεσβίες-ομοφυλόφιλοι). Μία αναζήτηση σε ιστοσελίδες λοαδ ενδιαφέροντος αρκεί. Αντ' αυτού συχνά βλέπουμε υποκριτικά το lgbt να γίνεται σχοινοτενές (βλέπε lgbtqi κ.α.).
Αύριο Τρίτη 13 Δεκεμβρίου, θα γίνει η πρώτη συζήτηση στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής για το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο.
Εκεί θα δούμε με πραγματικό ενδιαφέρον ποιοί θα υποστηρίξουν στην πράξη τα δικαιώματα της τρανς κοινότητας.
Μαρίνα Γαλανού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου