Πέμπτη 17 Μαρτίου 2011

Η Εύα Κουμαριανού στο Antivirus


Greece Flag Ελλάδα

Οι «Κούκλες» κλείνουν φέτος τα 18 τους χρόνια. Και ενηλικιώνονται, όμορφες, χαρούμενες και ελεύθερες όπως πάντα. Η ψυχή του σόου, η Εύα Κουμαριανού, έδωσε στο antivirus μια συνέντευξη από καρδιάς.


-Θα μας πεις μερικά πράγματα για τα παιδικά σου χρόνια;

-Γεννήθηκα στον Πειραιά, όχι από πλούσια οικογένεια. Τον μπαμπά μου δεν τον γνώρισα καθόλου, γιατί όταν παντρεύτηκαν η μητέρα μου ήταν ήδη εννέα μηνών έγκυος και το ίδιο βράδυ χωρίσανε. Και καταλαβαίνεις, όταν γεννήθηκα ήταν μια γυναίκα μ’ ένα παιδί μόνη της. Είχε βέβαια τη βοήθεια της γιαγιάς μου.


-Με τον πατέρα σου είχες επαφή;

-Όχι. Τον πατέρα μου τον γνώρισα πολύ μεγάλη.

-Τι σου λέγανε;

-Ότι είχαν χωρίσει οι γονείς μου. Και ούτε ενδιαφέρθηκε καθόλου αυτός. Η μητέρα μου δεν ήταν πλούσια, έκανε διάφορες δουλειές, μέχρι που καθάριζε σκάλες. Εγώ έμενα σπίτι με τη γιαγιά μου. Η γιαγιά μου πέθανε όταν ήμουν εννέα χρονών. Και τότε όταν έφευγε η μάνα μου εγώ τριγύριζα στις γειτονιές της Νίκαιας. Και ξέρεις ένα αγοράκι τώρα να γυρίζει δεν ήταν και ό,τι καλύτερο. Ήμουν ένα αλητάκι, αλητάκι όχι με την κακή έννοια, το χαμίνι που λέμε. Η μαμά μου έφευγε στις έξι το πρωί και γύριζε το βράδυ δέκα η ώρα.

-Κι εσύ τι έκανες;

-Εγώ όλες αυτές τις ώρες γυρνούσα στον Πειραιά. Κι εκεί υπήρχαν άνθρωποι που σε παρασέρνανε. Έπειτα στον Πειραιά τότε ήταν και η Τρούμπα η φημισμένη, τα κόκκινα φανάρια. Κι εκεί στα μπουρδέλα με ξέραν όλοι. Πήγαινα κι έκανα θελήματα στις πουτάνες. Μ’ έστελναν να τους πάρω τσιγάρα, να τους πάρω ψωμί. Μου άρεσε εμένα όλος αυτός ο κόσμος. Το σχολείο δεν το τελείωσα είμαι ψιλοαγράμματη και δεν ντρέπομαι γι’ αυτό. Τελείωσα το δημοτικό, μισό ημερήσιο και μισό νυχτερινό, γιατί μετά έπρεπε να βοηθήσω κι εγώ τη μαμά μου και δούλευα. Δούλευα σ’ ένα εργοστάσιο και παράλληλα σπούδαζα.


-Τι σπούδαζες;

-Ήθελε να με σπουδάσει η μαμά μου ηλεκτρολόγο. Αλλά εμένα τα όνειρά μου ήταν άλλα. Ήθελα τα φτερά, τη λάμψη, ήθελα να σπουδάσω χορό. Και γράφτηκα σε μια σχολή κρυφά και πήγαινα τα βράδια. Τη σχολή ηλεκτρολόγων δεν τη συνέχισα, ήθελα να πάω να γίνω χορευτής. Και μου έλεγε η μαμά μου «τι τη θες τη σχολή αυτή, είναι όλοι ντιντήδες». Εκείνη την εποχή όλοι οι χορευτές είχαν τη ρετσινιά ότι είναι αδερφές. Και όχι μόνο οι χορευτές, για όλους τους καλλιτέχνες τους άντρες λέγανε «αυτός είναι κουνιστή». Της έδωσα λοιπόν να καταλάβει ότι δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Και σιγά-σιγά άρχισα να κάνω τα πρώτα μου βήματα ως χορευτής. Είχε έρθει ο Βαγγέλης Σειληνός στη σχολή και ήθελε δυο χορευτές και με πήρε και πρωτοεμφανίστηκα σε μια θεατρική παράσταση, στο «Μαριχουάνα στοπ» στο θέατρο Μπουρνέλλη. Μετά έπαιξα στο «Κοροϊδάκι της πριγκιπέσσας», στο «Μάγκα με το τρίκυκλο», στην «Παριζιάνα» με τη Βλαχοπούλου. Στο σινεμά έπαιξα και με τη Βουγιουκλάκη στη «Δασκάλα με τα ξανθά μαλλιά», εκεί έκανα ένα Γερμανό φαντάρο, με τη Λάσκαρη στους «Εραστές του ονείρου» στο θέατρο και στον κινηματογράφο.

-Συμμετείχες και ως ηθοποιός δηλαδή, όχι μόνο ως χορευτής.

-Ναι, ως ηθοποιός. Είχα πάει και στη σχολή του Πέλου Κατσέλη αλλά δεν την τελείωσα. Δούλεψα με το Σειληνό, το Φλερύ, το Μεταξόπουλο. Ήμουν πολύ σοβαρό παιδί και μ’ αγαπάγανε όλοι, γι’ αυτό δεν έμεινα ποτέ χωρίς δουλειά. Μετά βγήκα μια φορά στην πιάτσα με μια φίλη μου κι έβγαλα ένα αρκετά σημαντικό ποσό. Και είπα να πάω τώρα στο θέατρο για ογδόντα δραχμές την εβδομάδα κι εδώ βγάζω πεντακόσιες δραχμές, είναι δυνατόν; Κι έτσι άρχισα να αραιώνω σιγά-σιγά από το θέατρο. Και άρχισα σιγά-σιγά να μεταλλάσσομαι. Μάκρυνα μαλλιά, έκανα αποτριχώσεις, έκανα ορμόνες... Κι εκεί εξαφανίζομαι από το σπίτι μου. Η τελευταία παράσταση που έπαιξα στο θέατρο ήταν η «Οδός ευκαιρίας» με τον Ξανθόπουλο και την Καραγιάννη. Ήταν στο Πασαλιμάνι, σ’ ένα θερινό θέατρο που τώρα δεν υπάρχει.

-Θα ήθελες να ξανακάνεις θέατρο;

-Θα ήθελα να γύριζα το χρόνο πίσω και να ξεκίναγα πάλι από την αρχή. Δηλαδή πιστεύω ότι δεν ήθελα να γίνω έτσι. Δηλαδή άμα γύριζα το χρόνο πίσω θα ήθελα να παρέμενα αγόρι.

-Έχεις μετανιώσει;

- Το έχω μετανιώσει γιατί μου τύχανε πάρα πολλές ευκαιρίες στη ζωή μου και δεν τις υπολόγισα. Αν γύριζα το χρόνο πίσω και έκανα τα ίδια λάθη καλύτερα να ήμουν αγόρι. Θα ήθελα το μυαλό που έχω τώρα να το είχα τότε. Τα λεφτά μου να τα κράταγα -βασικό αυτό- να είχα μια πιο άνετη ζωή. Ή γυναίκα να ήμουν ή άντρας. Ή αν ήταν να ξαναγίνω τραβεστί να μην έκανα τα λάθη που έχω κάνει στη ζωή μου. Και θα προτιμούσα το σίγουρο, να ήμουν πιο καλά με τον εαυτό μου παρά... Αλλά εντάξει... Πέρασα πάρα πολύ καλά, πέρασα καλά, πέρασα κακά... Για το μόνο που έχω μετανιώσει στη ζωή μου είναι που έβγαλα πάρα πολλά λεφτά και τα ‘φαγα. Δούλευα και την άλλη μέρα πήγαινα στο Σότρις και ψώνιζα ρούχα και μετά πήγαινα από Πειραιά μέχρι Συγγρού στον ιππόδρομο που ήταν η πιάτσα με τα πόδια γιατί δε μου είχαν μείνει λεφτά να πάρω ταξί. Ήμουν η πιο καλοντυμένη τραβεστί στη Συγγρού. Ήμουν η πρώτη που έβαλα ταγιέρ, με καπέλο, με βέλο, στην πιάτσα. Μου άρεσαν τα λούσα, και οι πελάτες πρέπει να είχαν φετίχ έτσι όπως ήμουν ντυμένη και περιμένανε ουρά. Κι έτρωγα τα λεφτά μου σε ρούχα. Που θα μπορούσα να έχω πολυκατοικίες, περιουσία. Και ξέρεις καμιά φορά σου τυχαίνει ένα άσχημο πράγμα και οικονομικά δεν μπορείς να το αντιμετωπίσεις και λες τι έγινε τώρα; Εκεί όμως έρχεται ένας φίλος, μια φίλη και σου συμπαραστέκεται.

-Έχεις πολλούς φίλους;

-Όχι. Έχω μόνο δύο φίλες, τη Μαριλού και την Μπέτυ. Ειδικά η Μπέτυ είναι για μένα εικόνισμα, την έχω φύλακα άγγελό μου. Με βοήθησε πάρα πολύ σε μια δύσκολη προσωπική στιγμή μου. Με στήριξε και οικονομικά και ψυχολογικά. Και η Μαριλού που μου ‘χει κάνει το μαγαζί, τις «Κούκλες».

-Πες μας λίγο πώς ξεκίνησε το μαγαζί.



-Η Μαριλού ήταν χρόνια στη Γερμανία. Κι όταν ήρθε από τη Γερμανία ήταν ένα μπαράκι λίγο πιο κει από τις «Κούκλες» και το νοίκιασε. Γνωριζόμασταν από παλιά, όταν ερχόταν στην Αθήνα βρισκόμασταν αλλά δεν κάναμε κολλητή παρέα. Όταν ήρθε λοιπόν και άνοιξε το μπαράκι πήγαινα εγώ Παρασκευή και Σάββατο και δούλευα σερβιτόρα και κάποια στιγμή, στην τρέλα, ανέβαινα πάνω στο μπαρ κι έκανα διάφορα σόου. Κι άρχιζε και μάζευε κόσμο. Και μου λέει «θα σου βρω ένα μαγαζί με πίστα να ανεβαίνεις επάνω και να κάνεις σόου όση ώρα θέλεις». Και βρήκε το μαγαζί και μου λέει «ορίστε ανέβα επάνω και κάνε». Και άρχισα να κάνω εγώ μόνη μου πρόγραμμα. Το αγαπάω το μαγαζί, το πονάω περισσότερο κι από τη Μαριλού. Κι εκεί που ήμουν μόνη μου έρχεται ένα παιδί ο Άκης ο Ιωάννου, που ήταν κι επαγγελματίας, σιγά-σιγά έρχονταν κι άλλοι. Κι άρχισε το μαγαζί να έχει πολύ κόσμο. Δεν ήταν βέβαια τα σόου όπως είναι τώρα, με σκηνογραφία κλπ.

-Ποιος στήνει το πρόγραμμα;

-Το κάνει ο Φώτης, το παιδί που βάζει και τη μουσική και είναι μαζί μας για δεύτερη χρονιά. Τα περισσότερα παιδιά θέλουν τη συμβουλή του Φώτη. Κάνουν πρόβα και ζητάνε τη γνώμη του. Προσωπικά όλο το δικό μου μέρος το στήνει ο Φώτης. Κάνει και τους φωτισμούς, όλα. Πριν αυτοσχεδιάζαμε. Πάντως θα ήθελα πάρα πολύ να κάναμε με τα παιδιά ένα θεατρικό. Νομίζω ότι θα μπορούσαμε να το υποστηρίξουμε.

-Πες μας λίγο για τα 80’s.

-Ήταν πολύ ωραία εκείνα τα χρόνια. Μπορεί να μην ήταν έτσι απελευθερωμένα αλλά μας αγαπούσε πολύ ο κόσμος. Μας έβγαζαν έξω, μας πήγαιναν στα μπουζούκια να μας διασκεδάσουν, ήθελαν να μας κυκλοφορήσουν. Γιατί τότε η γυναίκα δεν ήταν όπως είναι τώρα. Τότε η γυναίκα από τις 9, 10 η ώρα ήταν μες στο σπίτι, οι μόνες που κυκλοφορούσαν τη νύχτα ήμαστε εμείς. Γυναικάρες, κορμάρες, κούκλες, περιποιημένες. Πώς βλέπεις τώρα τα μοντέλα, έτσι ακριβώς ήμαστε. Του ’80 τα μοντέλα. Μαλλιά, μπούστα, μίνια, τρελαινόντουσαν. Τώρα έχουν αλλάξει τα πράγματα. Και με αυτό το νομοσχέδιο που βγάλανε για την πορνεία ότι είναι πταίσμα, μπορείς να βγεις ελεύθερα στο δρόμο να δουλέψεις κι άμα σε πιάσει η αστυνομία θα σου κόψει μια κλήση, πας στο δικαστήριο και την πληρώνεις. Οι κοπέλες που δουλεύουν σε οίκους ανοχής περνάνε από γιατρούς, είναι δηλωμένες και τις ταλαιπωρούν. Τις παίρνουνε και τις περνάνε αυτόφωρο. Και στις παράνομες δεν υπάρχει έλεγχος.

-Έχεις νιώσει να σε αντιμετωπίζουν ως γραφική;

-Ναι. Με έχουν χλευάσει. Με έχουν κοροϊδέψει, με έχουν κράξει χωρίς να έχω δώσει δικαίωμα. Τις προάλλες σ’ ένα εστιατόριο που πήγα ήταν κάτι τύποι σε μια διπλανή παρέα κι άρχισαν να κοροϊδεύουν. Έλεγαν διάφορα δυνατά, και δε σεβάστηκαν ούτε τους ανθρώπους που ήταν μαζί μου. Την άλλη φορά στο γυμναστήριο που πήγαινα με ήξεραν όλοι και δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα. Κι ήρθανε δυο τύποι, καινούργιοι πελάτες στο γυμναστήριο, και μόλις με είδαν άρχισαν να με κοροϊδεύουν. Μια δυο τρεις πέντε δέκα, «έλα να σου πω, χαλάρωσε» του λέω. «Ζηλεύεις που είμαι έτσι και δεν μπορείς να γίνεις έτσι;» Το βούλωσε. «Το ακούσαμε, το ξέρουν όλοι εδώ μέσα τι είμαι. Όλοι ξέρουν, δεν περιμένουν εσένα από τα λεγόμενά σου, λοιπόν κάνε τη γυμναστική σου εκεί και άσε με.» Και δεν ξαναμίλησε. Ακούς κάτι άτομα να λένε «να ρίξουμε μπετά» και «Βαγγέλη» και τέτοια, αυτά που τα λέγανε πριν από χρόνια. Ακούς νέους ανθρώπους να λένε τις μαλακίες που λέγανε το ’80. Πάντως τις περισσότερες φορές ο κόσμος δεν αντιδράει έτσι. Και σε στρέιτ μαγαζιά που πάω μπορεί να κοιτάξουν λίγο, μετά δεν ασχολούνται. Είναι πώς το σερβίρεις εσύ, πώς πλασάρεσαι. Όπως πλασάρεσαι έτσι θα σε αντιμετωπίσουν.

-Ασχολείσαι και με το σωματείο.

-Ναι, τώρα κάναμε ένα σωματείο, εγκρίθηκε το σωματείο μας, θα κάνουμε κι ένα πάρτυ να μαζέψουμε κάποια χρήματα. Το αποφασίσαμε μαζί με τη Μαρίνα, τη Ρία και τη Μάνια, και αρκετά ακόμη άτομα, κάναμε ένα βήμα πιο μπροστά, να κάτι πρώτο που πετύχαμε είναι οι κοπέλες που έχουν κάποια πάθηση, με τη συνταγή του γιατρού να παίρνουν τα φάρμακά τους δωρεάν. Ένα άλλος στόχος μας είναι να μπορούμε να βοηθάμε κάποιες άπορες τραβεστί. Υπάρχουν πολλές άπορες τραβεστί, που δεν έχουν να πληρώσουν νοίκι, δεν έχουν να φάνε, που είναι άρρωστες. Θα προσπαθήσουμε όσο μπορούμε να βοηθήσουμε μέσα από το σωματείο, και η Μαρίνα είναι πολύ μάχιμη σε αυτό το πράγμα. Και θέλουμε πάρα πολύ να συνεργαστούμε και με άλλα σωματεία.

-Πιστεύεις ότι σε γενικές γραμμές έχουν βελτιωθεί τα πράγματα;

-Τα πράγματα έχουν αλλάξει. Εντάξει, ο κόσμος θα γυρίσει και θα κοιτάξει μια τραβεστί στο δρόμο άμα είναι ντυμένη κάπως παράξενα, αλλά όπως θα κοιτάξει μια οποιαδήποτε γυναίκα που είναι ντυμένη παράξενα. Δεν έχουμε την αντιμετώπιση που είχαμε παλιά. Και στην πιάτσα ας πούμε κάτω με τα κορίτσια παλιά πετάγανε γιαούρτια. Τώρα δεν υπάρχουν πια αυτά. Κάθε σπίτι έχει ένα γκέι ή μια τραβεστί τώρα. Ένα πολύ καλό βήμα είναι το σύμφωνο συμβίωσης, που πρέπει βέβαια να ισχύει και για τους ομοφυλόφιλους.

-Για σας τι νομικό πλαίσιο υπάρχει;

-Τίποτα. Πιστεύω ότι οι γκέι είναι πιο τυχεροί από μας σε σχέση με τα δικαιώματα. Γιατί να μην μπορώ εγώ να πάω να δουλέψω σε μια επιχείρηση; Θα με πάρει εμένα πωλήτρια ένα μαγαζί; Ξέρεις πόσες κοπέλες έχουν πτυχία στα χέρια τους; Αυτό προσπαθεί το σωματείο μας τώρα. Η γνώμη του κόσμου εξαρτάται από την πολιτεία πρώτα. Πρέπει η πολιτεία να ενδιαφερθεί, να αναγνωρίσει ότι αυτά τα άτομα δεν είναι στο περιθώριο, είναι όπως όλοι. Να θεσμοθετηθεί ώστε να μπορώ εγώ να καταγγείλω τη διάκριση. Είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα εδώ. Ενώ στο εξωτερικό δεν είναι έτσι. Ένας φίλος μου πήγε στη Γερμανία και μου έλεγε ότι υπάλληλος στην τράπεζα ήταν τραβεστί. Ακόμα και στη Τουρκία που θεωρούμε ότι είναι πίσω δεν είναι. Εκεί έχουν τραβεστί σε μαγαζιά, σε καζίνα... Πρέπει να διεκδικήσουμε κι εμείς τα δικαιώματά μας όπως η γκέι κοινότητα. Εμείς είμαστε επί ξύλου κρεμάμενοι, τίποτα. Γι’ αυτό όμως ιδρύσαμε το σωματείο και είναι μπροστάρης η Μαρίνα και θα τα καταφέρουμε. Να μην τραβήξουν οι νεότερες αυτά που τραβήξαμε εμείς, που φάγαμε ξύλο, κρατητήρια. Να είναι πιο ελεύθερες εκείνες.

-Πώς νιώθεις για την αντιμετώπισή σας από τα ΜΜΕ;

-Τα ΜΜΕ θέλουν κραυγαλέα πράγματα, να τα κοροϊδεύουν. Ο Σταύρος Θεοδωράκης έκανε μια πολύ ωραία εκπομπή. Οι άλλοι δεν ενδιαφέρονται να δείξουν τη δουλειά μας. Θέλουν να πάει ας πούμε η Εύα να πει τι κάνει στην πιάτσα, πόσα παίρνει στην πιάτσα, να βρίσει, να κάνει κουτσομπολιό. Και ο Φώτης ο Σεργουλόπουλος είναι φίλος μου. Έμαθε τις προάλλες ότι ήταν ο Γκοτιέ στο μαγαζί, με πήρε τηλέφωνο, μου είπε «θέλουμε φωτογραφία σου με τον Γκοτιέ». Γιατί να μην ασχολούνται κι άλλοι;
Είναι κοπέλες που δε θέλουν να είναι στο δρόμο, θέλουν να κάνουν τη δουλειά που τους αρέσει, αλλά αναγκάζονται να είναι στο δρόμο γιατί πώς αλλιώς να ζήσουν αφού δεν μπορούν να δουλέψουν κάπου αλλού;

-Πότε θα βγει το βιβλίο που ετοιμάζεις;

-Το βιβλίο μου το βγάζει η Μαρίνα Γαλανού από τον Πολύχρωμο Πλανήτη, τέλη Σεπτεμβρίου με αρχές Οκτωβρίου θα είναι έτοιμο, θα είναι η αυτοβιογραφία μου. Θα βγάλουμε και ένα ημερολόγιο με φωτογραφίες.
Δεν έχω σκοπό να εκθέσω ανθρώπους με το βιβλίο μου, ούτε είναι πορνογραφία. Έχω περάσει πολλά που ο κόσμος δεν τα ξέρει. Ήμουν και σε αναμορφωτήριο δυο χρόνια. Είχα δραπετεύσει μια φορά, μετά με βρήκανε, με βάλανε στην απομόνωση.

-Παράπονα έχεις;

-Και ναι και όχι. Έχω παράπονα από τη δουλειά μου. Ας πούμε, γιατί να μπορώ να κάνω μόνο σ’ ένα συγκεκριμένο χώρο αυτό που θέλω; Κανείς δεν τόλμησε να μου προτείνει κάτι άλλο. Έρχονται άνθρωποι από διάφορους χώρους και βλέπουν το σόου, και τους αρέσει, θεωρούν όμως ότι είναι μέχρι εκεί, αυτό, σε αυτό το χώρο, αλλά εγώ θέλω να το πάω πιο πέρα.

-Έχεις κάνει πολλές σχέσεις;

-Έχω κάνει τέσσερις σχέσεις. Είχα ερωτευτεί πολύ ένα Γιώργο στη Θεσσαλονίκη. Είχα ανέβει το ’84 για ένα Σαββατοκύριακο Θεσσαλονίκη κι έκατσα εφτά χρόνια μαζί του. Μετά χωρίσαμε και γύρισα Αθήνα. Πριν, το ’82 είχα ερωτευτεί έναν άλλο Γιώργο, μετά το Θεσσαλονικιό, μετά ένα Δημήτρη και μετά το Θοδωρή μου, που είμαστε μαζί από το 2004.

-Πώς αντιμετωπίζουν τη σχέση σου οι άλλοι;

-Σε πολλούς φαίνεται περίεργο, το θεωρούν ανωμαλία. Ανώμαλα είναι τα μυαλά τους. Ανωμαλία δεν είναι να πηγαίνει γυναίκα με γυναίκα ή άντρας με άντρα ή γυναίκα με άντρα. Ανωμαλία είναι να σκοτώσεις, να βιάσεις, να χτυπήσεις άλλον άνθρωπο, να κάνεις κακό.

-Έχεις νιώσει ποτέ ανάγκη να είχες μια οικογένεια; Να υιοθετούσες ένα παιδί;

-Όχι. Θα ήθελα όμως να βοηθούσα μια κοπέλα που έχει παιδιά και δεν έχει τους πόρους να τα μεγαλώσει, να τη βοηθούσα οικονομικά.

-Πιστεύεις ότι οι ομοφυλόφιλοι θα έπρεπε να έχουν το δικαίωμα να υιοθετούν παιδιά;

-Ναι. Και πιστεύω ότι οι ομοφυλόφιλοι θα ήταν πολύ καλοί γονείς. Υπάρχουν φυσικοί γονείς που κακοποιούν τα παιδιά τους. Μην τρελαθούμε που βγαίνουν οι σοβαροφανείς άνθρωποι και λένε όχι. Για ποιο λόγο όχι; Τα παιδιά έχουν για πρότυπο τις αξίες και το χαρακτήρα των γονιών τους. Η σεξουαλικότητά τους δεν έχει καμία σχέση.

-Σου έλειπε ο πατέρας σου;

-Τον πατέρα μου τον γνώρισα όταν ήμουν 25 χρονών. Έχει κάνει οικογένεια και παιδιά. Μου είπαν ότι είναι στη Γλυφάδα και πήγα και τον είδα. Από μακριά, δεν τον πλησίασα, δεν του μίλησα. Έτσι από περιέργεια ήθελα να τον δω. Δεν μου έλειψε ποτέ ο πατέρας μου. Και στις δύσκολες στιγμές μου δεν είπα ποτέ αχ μπαμπά μου αχ μαμά μου. Αχ Παναγία μου είπα, αχ Χριστέ μου.

-Πιστεύεις;

-Ναι, πολύ.

-Πιστεύεις με το δικό σου τρόπο;

-Με το χριστιανικό τρόπο.

-Πας στην Εκκλησία;

-Δεν πάω κάθε Κυριακή αλλά άμα περάσω από εκκλησία θα μπω ν’ ανάψω ένα κερί, και κάθε Κυριακή θα λιβανίσω.

-Γιατί πιστεύεις;

-Γιατί πιστεύω.

-Αυτό που πιστεύεις όμως έχει ένα δόγμα που δε σε αποδέχεται.

-Κακό του κεφαλιού του. Εγώ πιστεύω ότι ο Παντοδύναμος, ο Θεός, η Παναγία, ο Χριστός, όποιοι είναι εκεί πάνω και μας κοιτάνε, με δέχονται. Για να ζω και να ‘χω ζωή ακόμα, πιστεύω ότι με δέχονται. Τώρα για την Εκκλησία και τους παπάδες που δε με θέλουν, ούτε κι εγώ τους θέλω. Αμοιβαία τα αισθήματα. Πάντως όταν μπαίνω σε εκκλησία και σε μοναστήρια νιώθω πάρα πολύ ωραία, νιώθω δέος. Το όνειρό μου είναι να πάω στο Άγιο Όρος, αλλά δεν μπορώ να πάω. Πάντως φέτος το καλοκαίρι λέω να πάω στην Πάτμο. Κάθε χρόνο πηγαίνω στην Τήνο και πάω ξυπόλυτη από το λιμάνι μέχρι απάνω στην Παναγία, το έχω τάμα.

-Τι θα έλεγες σ’ ένα παιδί που σκέφτεται να κάνει αλλαγή φύλου;

-Αν θέλει να το κάνει, να πάει να το κάνει. Αλλά όχι από μικρή ηλικία, να μην το κάνει από τα 19-20, να κατασταλάξει πρώτα. Θέλει ωριμότητα, είναι απόφαση ζωής, αλλάζει η ζωή σου μετά. Πιστεύω ότι η αλλαγή φύλου πρέπει να σου πάει, να σε θέλει, να σου ταιριάζει, να έχεις το σκελετό γυναίκας. Αισθητικά να είναι ωραίο, τελειοποιημένο, μια ωραία εικόνα, μια ωραία κοπέλα.

-Είσαι ευτυχισμένη;

-Είμαι πολύ ευτυχισμένη. Είμαι ευτυχισμένη γιατί έχω τη ζωή μου, έχω την υγεία μου πάνω απ’ όλα.

-Ήρεμη;


-Ήρεμη είμαι όσο μπορώ. Γενικά είμαι ήρεμη μέχρι αηδίας, νευριάζω μόνο για δέκα λεπτά. Πάντως και 70, και 75 να γίνω, θα είμαι στις «Κούκλες». Αν είναι ανοιχτές, θα είμαι ακόμα εκεί. Είναι δεύτερο σπίτι μου και οικογένεια.







Πηγή: antivirus
Τεύχος 36



2 σχόλια:

ola de palabras... είπε...

Γεια σου Μαρίνα!
Απορία: Όταν αναφέρεται η κυρία Κουμαριανού στον Άκη Ιωάννου μιλάει για εκείνο το πολύ γλυκό και ταλαντούχο παιδί που κατά καιρούς έκανε show και στο Γρανάζι;
Ή εκείνος ήταν άλλος Άκης;
Καλό βράδυ...

transs είπε...

Δεν γνωρίζω...