συνέντευξη : Χρήστος Παρίδης
Έξι χρόνια έχουν περάσει από την πρώτη εκείνη συνέντευξη της Ελισάβετ - Μπέττυς Βακαλίδου στη Lifo, της θρυλικής τρανσέξουαλ που στην μνήμη πολλών συνδέονταν με τη δεκαετία του ’80, εποχές αγώνων και διώξεων, αλλά και άλλων ευτράπελων. Η Μπέττυ είχε γίνει κάτι σαν μύθος καθώς είχε εξαφανιστεί από τη ζωή της Αθήνας και είχε επιλέξει να ζήσει στα Χανιά. Εκείνη η συνέντευξη μου μαζί της λοπόν στις 28 Σεπτεμβρίου του 2006, σηματοδότησε το comebackτης στα αθηναϊκά πράγματα, αν και ήδη ζούσε εδώ και είχε εγκαταλείψει την Κρήτη χρόνια πριν.
Έκτοτε επανακυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία της Μπέττυ, Καπετάνιος της ψυχής μου (εκδόσεις Τυπωθήτω), ήταν υποψήφια ως "Πρόσωπο της χρονιάς" το 2007 , ενός θεσμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Έτος Ίσων Ευκαιριών, έπαιξε στην ταινία του Πάνου Κούτρα Στρέλλα , με την οποία ήταν υποψήφια β’ γυναικείου ρόλου στα βραβεία της Ακαδημίας Κινηματογράφου, και τέλος ήρθε και μια νέα ενισχυμένη έκδοση του παλιότερου βιβλίου της με νέο τίτλο Πόσο πάει; Η απαγωγή του Ταχτσή (εκδόσεις Πολύχρωμος Πλανήτης).
Εδώ και ένα χρόνο περίπου υποδύεται πετυχημένα ένα νέο ρόλο στη νύχτα. Είναι η υπέρκομψη κυρία στην υποδοχή του πιο μοδάτου ίσως, κλαμπ στο Γκάζι.
Πως αποφάσισες να δουλέψεις ως οικοδέσποινα σε ένα ρέστο-κλαμπ ;
Καταρχήν δεν είναι ένα οποιοδήποτε ρέστο-κλαμπ. Μιλάμε για το Chamone το μαγαζί του Φώτη Σεργουλόπουλου στο Γκάζι. Αισθάνομαι εξαιρετικά ευτυχής που μου έγινε αυτή η πρόταση και δουλεύω ανάμεσα σε φίλους. Είναι ένα περίεργο συναίσθημα μετά από τόσα χρόνια να μου προτείνει κάποιος μια «κανονική» δουλειά. Πιστεύω πως κάθε τρανσέξουαλ θα μπορούσε με τον τρόπο της να διεκδικήσει πράγματα.
Δεν έχει πεθάνει το λάιφσταϊλ; Μοιάζει σαν το κοινό του μαγαζιού να ζει σαν να μην άλλαξε τίποτα...
Το λάιφσταϊλ όπως το ξέραμε τα τελευταία χρόνια έχει πεθάνει. Έχει παρατηρηθεί όμως, παγκοσμίως θα έλεγα, ότι οι άνθρωποι σε περιόδους κρίσης ή πολέμου, προσπαθούν να βρουν διέξοδο διασκεδάζοντας. Στο μαγαζί ο κόσμος είναι πολυσυλλεκτικός και μέσα σε ένα περιβάλλον άκρως φιλικό και καλοπροαίρετο, περνάει καλά χωρίς να του κοστίζει ιδιαίτερα.
Στρέφονται τα βλέμματα επάνω σου;
Δεν γνωρίζω τι σχόλια γίνονται για μένα στα social media αλλά εκεί μέσα εγώ εισπράττω μόνο τα θετικά. Ένα βλέμμα, μια αγκαλιά, ένα φιλί.
Πως βλέπεις το παρελθόν σου από απόσταση, το έχεις διαγράψει;
Όχι, το παρελθόν δεν διαγράφεται. Δεν ξεχνιέται, μεγαλώνοντας ανακαλώ συχνά σκηνές από το πολύπαθο παρελθόν μου. Έχουν ιαθεί τα όποια τραύματα μου, έχω καταφέρει να λειάνω τις ουλές τους και πάνω απ’ όλα έχω διατηρήσει την ψυχική μου ισορροπία ακέραιη.
Στο «πολύπαθο παρελθόν» σου πάντα επιβίωνες, δεν το έβαλες ποτέ κάτω...
Πράγματι, δεν το έβαλα ποτέ κάτω. Σε κάθε δύσκολη στιγμή ενεργοποιούσα τις αντιστάσεις μου κι έτσι επιβίωσα. Και μάλιστα, θέλω να πιστεύω ότι τα κατάφερα καλά. Χωρίς να χρωστάω τίποτα και σε κανέναν. Δεν μου χαρίστηκε τίποτα, ούτε καν τα αυτονόητα.
Καταφέρεσαι συχνά εναντίον των Ελλήνων. Τους τη φύλαγες για όσα έχεις τραβήξει στη ζωή σου;
Δεν με διακατέχει κανενός είδους ρεβανσισμός. Έχω πλήρη συνείδηση του τι λέω και με την πείρα ζωής που έχω, εξακολουθώ να πιστεύω ότι οι Έλληνες είναι τεμπέληδες, απατεώνες και κλέφτες. Πάσχουν από έλλειψη πολιτισμού με ο, τι συνεπάγεται αυτό. Είμαστε τόσο διαβρωμένοι ως λαός που πολύ φοβάμαι ότι έχουμε χάσει το τραίνο. Κάποιες εξαιρέσεις έντιμων ανθρώπων, απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Όποιος δεν το καταλαβαίνει ή δεν το παραδέχεται αυτό, είναι είτε ηλίθιος είτε στρουθοκαμηλίζει.
Δεν βλέπεις καμία αρετή στον Έλληνα;
Την λαμογιά και την οσφυοκαμψία.
Αυτά δεν είναι αρετές.
Δεν μπορώ να βρω τίποτα άλλο.
Παρόλ’ αυτά ενώ έχεις ζήσει έξω, πάντα επέστρεφες.
Ναι, γιατί δεν θέλω να επιτρέψω σε κανέναν να με διώξει από τον τόπο που γεννήθηκα και μεγάλωσα. Και εξακολουθώ να συγκινούμε μέχρι δακρύων κάθε φορά που κάποιος Έλληνας, αθλητής ή επιστήμονας, καταφέρνει κάτι και αναγνωρίζεται διεθνώς.
Οι φίλοι τι σημασία έχουν για σένα;
Όπως είπε και ο Δημήτρης Παπαϊωάννου σε πρόσφατη συνέντευξη του, φίλους μου θεωρώ αυτούς που μου προσφέρουν την αδιαπραγμάτευτη στήριξη τους. Ως εκ τούτου είναι ελάχιστοι οι φίλοι μου.
Τι σε κάνει ευτυχισμένη σήμερα;
Η ευτυχία είναι κάτι σχετικό. Πιστεύω ότι υπάρχουν μόνο ευτυχισμένες στιγμές. Ένα χαμόγελο, ένα ηλιοβασίλεμα, μια πανσέληνος, η θέα της Ακρόπολης, από το σπίτι μου, Λυκαβηττός, Φιλοπάππου, να επιστρέφω στα Χανιά που τα θεωρώ πλέον πατρίδα μου. Μπορώ να πω ακόμα ότι αισθάνομαι ευτυχισμένη δουλεύοντας τα βράδια στο Chamone.
Φοβάσαι το μέλλον;
Μόνο την αρρώστια, μην βρεθώ ανήμπορη. Και το φασισμό που πλέον δεν υφέρπει, ούτε είναι προ των πυλών, είναι μέσα στα σπίτια μας. Εξοργίζομαι όταν στο Δίστομο και κυρίως στην Κάντανο των Χανίων, τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής ήταν υψηλά και στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις. Μιλάω για έναν τόπο τον οποίο οι Ναζί κατέστρεψαν ολοσχερώς, και στην είσοδο του νέου χωριού μια πινακίδα γράφει «εδώ ήταν κάποτε η Κάντανος». Τα ρίγη συγκίνησης που μου προκαλούσε αυτή η πινακίδα έχουν μετατραπεί σε οργή και πλήρη απογοήτευση. Αυτοί είναι λοιπόν οι Έλληνες με την κοντή μνήμη.
συνέντευξη : Χρήστος Παρίδης
φωτογραφία: Chamone team
μαλί: Βαγγέλης Χατζής
φόρεμα: Απόστολος Μητρόπουλος
Πηγή: Transs.gr με πληροφορίες από lifo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου